Ο τουρισμός και πώς μπορεί η Ελλάδα να γίνει ένας πιο βιώσιμος τουριστικός προορισμός βρέθηκε στο επίκεντρο της συζήτησης του προέδρου της Considerate Hoteliers Graham Miller και των διευθυνόντων συμβούλων του Center for Responsible Travel Gregory Miller, της Travel Foundation, Jeremy Sampson, του Global Sustainable Tourism Council (GSCT) Ράντι Ντούρμπαντ και της Ελένης Ανδρεάδη, διευθύντριας βιωσιμότητας στον όμιλο Sani/Ikos.
Σύμφωνα με ανακοίνωση των διοργανωτών, ο Graham Miller είπε στην τοποθέτησή του ότι οι εταιρείες δεν γίνεται πλέον να μην επενδύουν σε βιώσιμη ανάπτυξη. Μία εταιρεία που επενδύει, ώστε να γίνει πιο οικολογική, έχει καλύτερη δημοσιότητα από μία εταιρεία που δεν επενδύει στον τομέα αυτό, υποστήριξε. Σημείωσε ακόμα πως οι εταιρείες που δεν ασχολούνται με το να αναπτύξουν τα προϊόντα τους ώστε να είναι πιο βιώσιμα και οικολογικά, βρίσκονται μπροστά στον κίνδυνο της αρνητικής διαφήμισης, κάτι που με την τεχνολογία είναι πολύ εύκολο να συμβεί. Επίσης, επισήμανε ότι οι επενδύσεις σε σύγχρονα μέσα για την εξοικονόμηση ενέργειας και νερού δεν είναι απαραίτητα και ακριβές επενδύσεις, αλλά έχουν μεγάλο και θετικό αντίκτυπο. Για παράδειγμα, ανέφερε ότι με μία μικρή παρέμβαση να σβήνουν τα φώτα, όταν ο καλεσμένος ενός ξενοδοχείου δεν είναι στο δωμάτιο, με σένσορες, μια εταιρεία μπορεί να εξοικονομήσει έως και 15% στο κόστος ενέργειας του δωματίου αυτού. «Μάλιστα, θα σας έλεγα ότι εγώ, ως καθηγητής, θα έδινα με ευχαρίστηση μία συστατική επιστολή σε έναν φοιτητή μου για μία εταιρεία που ακολουθεί καλές πρακτικές στον τομέα αυτόν και όχι για κάποια άλλη εταιρεία που δεν ασχολείται με την οικολογία και την προστασία του περιβάλλοντος. Πιστεύω ότι οι ταλαντούχοι νέοι ενδιαφέρονται να έχουν στο βιογραφικό τους ότι εργάζονται για μία εταιρία με καλές πρακτικές», είπε χαρακτηριστικά.
Ο Durband του Global Sustainable Tourism Council είπε ότι η πανδημία μάς έχει κάνει όλους σοφότερους ταξιδιώτες, που τώρα αναζητούμε προορισμούς που σέβονται το περιβάλλον. «Τα τελευταία 5-10 χρόνια αυτή είναι η τάση στον τουρισμό. Θα τολμούσα όμως να πω ότι αυτό παρατηρείται άνισα στην κοινωνία, είναι ένα χαρακτηριστικό των μορφωμένων, των διαβασμένων και ευαισθητοποιημένων επισκεπτών. Επίσης, είναι γεγονός ότι οι ταξιδιώτες δεν ρωτούν πολλά για ένα ξενοδοχείο πριν το επισκεφτούν, αλλά τους ικανοποιεί αν όταν φτάσουν σε αυτό δουν ότι αυτό ακολουθεί οικολογικές και καλές πρακτικές. Οι νέοι κάτω των 35 ετών είναι πιο ευαισθητοποιημένοι, και ειδικά τώρα μετά την πανδημία, δίνουν ιδιαίτερη αξία στο τι είναι πραγματικά σημαντικό στη ζωή», συμπλήρωσε.
Η κυρία Ανδρεάδη του Ομίλου Sani/Ikos μίλησε για τον όμιλο ξενοδοχείων που διευθύνει στο τμήμα βιωσιμότητας και είπε ότι το σημαντικό είναι να εκπαιδευτεί σωστά το προσωπικό στα θέματα αυτά. Μίλησε για τη σημασία που δίνουν σε καλές πρακτικές οι νέοι και τόνισε ότι το δίλημμα δεν είναι να έχεις κέρδος ή να ακολουθείς «πράσινες πρακτικές». Αυτά τα δύο στοιχεία μπορούν να συνυπάρχουν αρμονικά σε μία επένδυση. Μάλιστα, είπε ότι η εταιρεία της έχει καταφέρει να έχει σε όλα τα ξενοδοχεία του ομίλου πρακτικές εξοικονόμησης ενέργειας, ενώ ένα ξενοδοχείο είναι ήδη plastic free. Έκανε γνωστό ότι στόχος είναι σύντομα όλα τα ξενοδοχεία του ομίλου να είναι zero waste. Η επιτυχία τέτοιων πρακτικών είναι η ευαισθητοποίηση όλων των εμπλεκόμενων αλλά κυρίως των εργαζόμενων σε αυτά, ανέφερε.
Ο Gregory Miller της Travel Foundation τόνισε, από την πλευρά του, ότι πρέπει να υπάρξει μία στροφή της βιομηχανίας του τουρισμού από την ποσότητα στην ποιότητα. Ο υπερ-τουρισμός είναι μία απειλή για τη βιωσιμότητα αρκετών περιοχών, υπογράμμισε και είπε ότι η πανδημία του κορονοϊού έχει βοηθήσει στο να υπάρξει μία καλύτερη αντίληψη ότι αυτό που προέχει είναι η υγεία του περιβάλλοντος, η χρήση τεχνολογία που βοηθά στη διατήρηση του περιβάλλοντος και η μη κατάχρηση των φυσικών πόρων ενός μέρους.
Με αυτή την άποψη συμφώνησε και ο Jeremy Sampson του Global Sustainable Tourism Council, ο οποίος είπε ότι οι τουρίστες που ξοδεύουν τα περισσότερα δεν είναι κατ’ ανάγκη και οι προτιμητέοι, καθώς αυτό που έχει σημασία είναι όχι τι ξοδεύει κανείς αλλά τι οικολογικό αποτύπωμα αφήνει με ένα ταξίδι του. «Αν δεν είναι ένα οικοσύστημα υγιές, αν εξαντλούμε τους φυσικούς πόρους ενός τόπου, τότε το οικολογικό μας αποτύπωμα είναι μεγάλο και κακό και δεν έχει σημασία αν έχει αποφέρει κέρδος. Σε όλα, όπως και στον τουρισμό, πρέπει να υπάρξει ισορροπία. Ακόμη και στην κατανάλωση τροφών, που πρέπει να είναι η διατροφή ισορροπημένη μεταξύ κρέατος και λαχανικών. Συνεπώς, αυτό που προέχει είναι η ποιότητα στη ζωή μας και όχι η ποσότητα», είπε καταληκτικά.