Οι εκπομπές ραδιενέργειας μετά την καταστροφή του πυρηνικού σταθμού της Φουκουσίμα το 2011 δεν είχαν αρνητικές συνέπειες στην υγεία, σύμφωνα με το πόρισμα επιτροπής ερευνητών του ΟΗΕ που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα στη Βιέννη.
Από το προηγούμενο πόρισμα που δημοσιεύτηκε το 2013, «καμία αρνητική συνέπεια για την υγεία των κατοίκων της Φουκουσίμα που να μπορεί να συνδεθεί απευθείας με την έκθεση στην ραδιενέργεια δεν έχει διαπιστωθεί» δήλωσε η πρόεδρος της επιστημονικής επιτροπής του ΟΗΕ για τις συνέπειες των εκπομπών ραδιενέργειας Τζίλιαν Χερθ.
Στο σύνολο, το πόρισμα της Επιτροπής που δημοσιεύεται σήμερα επιβεβαιώνει σε γενικές γραμμές τα αποτελέσματα προηγούμενης έκθεσης του 2013. Προσφέρει, σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΟΗΕ, «μια βελτιωμένη και πιο στέρεη αξιολόγηση των επιπέδων και των συνεπειών της ακτινοβολίας που οφείλεται στο δυστύχημα».
Η επιτροπή θεωρεί ότι η μεγάλη αύξηση του αριθμού των περιστατικών καρκίνου του θυρεοειδούς στα παιδιά που εκτέθηκαν αποδίδεται στη βελτίωση των διαγνωστικών τεχνικών που «αποκάλυψαν ανωμαλίες οι οποίες δεν είχαν εντοπιστεί στο παρελθόν».
Μετά τον σεισμό μεγέθους 9 βαθμών και το τσουνάμι που ακολούθησε, η καταστροφή του πυρηνικού σταθμού της Φουκουσίμα προκάλεσε στις 11 Μαρτίου 2011 την εκπομπή υψηλών επιπέδων ραδιενέργειας στην ατμόσφαιρα, στα ύδατα και στο έδαφος στην περιοχή του πυρηνικού σταθμού, 220 χιλιόμετρα βορειοανατολικά του Τόκιο.
Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και περί τις 19.000 έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας της φυσικής καταστροφής.
Η καταστροφή της Φουκουσίμα είναι το μεγαλύτερο πυρηνικό ατύχημα μετά την καταστροφή του πυρηνικού σταθμού του Τσερνόμπιλ το 1986 στην Ουκρανία, όπου παρουσιάστηκε αύξηση των περιστατικών καρκίνου του θυρεοειδούς.