«Ο στόχος να περιοριστεί η υπερθέρμανση της Γης κάτω από τους 2° Κελσίου είναι νεκρός»

«Νεκρό» χαρακτήρισε τον στόχο να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από το όριο των 2° Κελσίου σε σύγκριση με την προβιομηχανική εποχή, ο οποίος ορίστηκε με τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, ο διακεκριμένος Aμερικανός κλιματολόγος Τζέιμς Χάνσεν.

Ο άλλοτε επικεφαλής κλιματολόγος της NASA δημοσιοποίησε αυτή την εβδομάδα μελέτη, καρπό έρευνας σε συνεργασία με άλλους δεκαοκτώ επιστήμονες, που συμπεραίνει ότι ορισμένα φαινόμενα που προκαλούν την κλιματική αλλαγή υποτιμώνται σε κρίσιμο βαθμό.

«Η ανάλυση της κατάστασης και οι προβλέψεις δείχνουν ότι ο στόχος των 2° Κελσίου είναι νεκρός» ανέφερε χαρακτηριστικά χθες Τρίτη ο Τζ. Χάνσεν, κατά τη διάρκεια παρουσίασής της.

Ένα από τα πιο φιλόδοξα σενάρια της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (GIEC) του ΟΗΕ προέβλεπε ότι η μείωση των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου πιθανόν θα επέτρεπε να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από το επίπεδο αυτό. «Όμως κάτι τέτοιο είναι σήμερα αδύνατον» ξεκαθάρισε ο κλιματολόγος, εξηγώντας ότι η κατανάλωση ενέργειας σε παγκόσμια κλίμακα αυξάνεται και θα συνεχίσει να αυξάνεται, ενώ μεγάλο μέρος της ενέργειας αυτής θα εξακολουθεί να παράγεται με ορυκτά καύσιμα, που αποτελούν την κυριότερη πηγή εκπομπών των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου.

Πέρα από το ότι η ενεργειακή μετάβαση γίνεται με υπερβολικά αργό ρυθμό, η ομάδα επιστημόνων διαπίστωσε επίσης την «έλλειψη ρεαλισμού» όσον αφορά την αποτίμηση των κλιματικών συνθηκών, τονίζοντας ότι αυτές επηρεάζονται πολύ περισσότερο από τις εκπομπές αερίων απ’ ό,τι είναι γενικά παραδεκτό.

Στην ανάλυσή τους, ο Χάνσεν και οι συνάδελφοί του έλαβαν υπ’ όψιν τον ρόλο της αλλαγής κανονιστικών ρυθμίσεων στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών το 2020, οι επιπτώσεις της οποίας -κατ’ αυτούς- υποβαθμίζονται.

Η αλλαγή αυτή μεταφράστηκε σε μείωση των εκπομπών θειαφιού, που αντανακλούν το ηλιακό φως, επιστρέφοντάς το στο Διάστημα, συμμετέχοντας έτσι στην ψύχρανση της ατμόσφαιρας.

Παράλληλα, οι ερευνητές προέβλεψαν ότι η μεσημβρινή αντιστρεπτική κυκλοφορία του Ατλαντικού Ωκεανού (AMOC) -σύστημα θαλάσσιων ρευμάτων που διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη ρύθμιση του κλίματος- θα σταματήσει «κατά τη διάρκεια των επόμενων 20 ως 30 χρόνων», εξαιτίας του λιωσίματος των πάγων.

Η εξαφάνισή τους θα προκαλούσε μείζονα προβλήματα, ιδίως την αύξηση του επιπέδου της θάλασσας κατά αρκετά μέτρα, όπως προειδοποίησαν οι επιστήμονες, κάνοντας λόγο για «σημείο από το οποίο δεν υπάρχει επιστροφή».

Σύμφωνα με τις προβλέψεις τους, οι μέσες θερμοκρασίες παγκοσμίως θα παραμείνουν ίσες ή ανώτερες κατά 1,5° Κελσίου σε σύγκριση με εκείνες της προβιομηχανικής εποχής τα επόμενα χρόνια, προτού τελικά φτάσουν το +2° Κελσίου μέχρι το 2045.

Η Συμφωνία του Παρισιού, η οποία υιοθετήθηκε πριν από δέκα χρόνια από σχεδόν όλες τις χώρες -και από την οποία οι ΗΠΑ ανήγγειλαν την αποχώρησή τους για δεύτερη φορά υπό τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ- είχε στόχο η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη να παραμείνει «κάτω από τους 2° Κελσίου» σε σύγκριση με τα επίπεδα της προβιομηχανικής εποχής και να συνεχιστούν οι προσπάθειες ώστε ει δυνατόν να περιοριστεί στον 1,5° Κελσίου. Σκοπός ήταν να περιοριστούν όσο περισσότερο είναι εφικτό οι πιο καταστροφικές συνέπειες των κλιματικών αλλαγών και της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Αξίζει να σημειωθεί ότι η θερμοκρασία της Γης έχει ήδη αυξηθεί κατά 1,3° Κελσίου κατά μέσον όρο και το όριο του 1,5° Κελσίου ξεπεράστηκε για πρώτη φορά τα τελευταία δυο χρόνια, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό (ΠΜΟ).

Πηγή: protothema.gr