Δεκατέσσερα χρόνια μετά τη βύθιση του «Sea Diamond», που στοίχισε τη ζωή σε τρεις ανθρώπους, και την εγκατάλειψή του το κουφάρι του πλοίου συνεχίζει να διαβρώνεται καθημερινά με αποτέλεσμα να διαρρέουν πετρελαιοειδή και άλλες επικίνδυνες ουσίες στα θαλάσσια οικοσυστήματα, όπως τονίζει το Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας Αρχιπέλαγος. Από την πρώτη στιγμή της βύθισης του «Sea Diamond» το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος πίεσε για την απομάκρυνση αυτού του επικίνδυνου ναυαγίου, ωστόσο, σε ανακοίνωσή του κάνει λόγο για 14 χρόνια απραξίας, εμπαιγμού των πολιτών και διαχρονικής ανεπάρκειας των αρμόδιων Αρχών.
Όπως επισημαίνουν τα μέλη του Ινστιτούτου, το ναυάγιο παραμένει κρεμάμενο επί 14 χρόνια σε χείλος γκρεμού στον βυθό, παρόλο που έχει χαρακτηριστεί εγκαλελειμμένο τοξικό «απόβλητο» και καθημερινά επί 14 χρόνια ρυπαίνει τα θαλάσσια οικοσυστήματα σε μία από τις πιο σημαντικές θαλάσσιες περιοχές της Μεσογείου. Εκτός από τα πετρελαιοειδή που συνεχίζουν να αναβλύζουν στην επιφάνεια της θάλασσας, δεδομένου ότι ποτέ δεν αντλήθηκαν, βασικό κίνδυνο ρύπανσης αποτελούν οι υδατοδιαλυτές τοξικές ουσίες που προέρχονται από τη διάβρωση των επικίνδυνων υλικών που περιέχονται στο κουφάρι του ναυαγίου. Παρόλο που ρυπαίνουν καθημερινά, σε αντίθεση με τα πετρελαιοειδή η ρύπανση που προκαλούν δεν είναι ορατή, όμως είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη.
Έρευνα του Πολυτεχνείου Κρήτης σε ψάρια που συλλέχθηκαν από την περιοχή του ναυαγίου, την οποία επικαλείται το Ινστιτούτο Αρχιπέλαος, ανιχνεύτηκαν σε πολύ υψηλές συγκεντρώσεις, επικίνδυνα βαρέα μέταλλα όπως ο υδράργυρος και το κάδμιο.
Ειδικά όσον αφορά τις αποζημιώσεις από τις ασφαλιστικές για το ναυάγιο, το Ινστιτούτο αναφέρει ότι η πλοιοκτήτρια εταιρεία -με έδρα τα Νησιά Μάρσαλ- καρπώθηκε από την ασφάλεια 6 εκατ. δολάρια για την απάντληση των πετρελαιοειδών, ενώ η σχετική μελέτη επιδοτήθηκε από το Γαλάζιο Ταμείο. «Ενδεικτικό είναι ότι ενώ παρουσιάστηκαν 145 κυβικά μέτρα ως απαντλημένα πετρελαιοειδή, τελικά αποδείχθηκε από αναλύσεις δειγμάτων στο Γενικό Χημείο του Κράτους ότι αυτά περιείχαν 99% θαλασσινό νερό και μόνο 1% πετρελαιοειδή» αναφέρει χαρακτηριστικά το Αρχιπέλαγος και προσθέτει: «H πλοιοκτήτρια εταιρεία εισέπραξε 55 εκατ. δολάρια από την ασφάλεια για την ολική απώλεια του πλοίου (total loss) για ένα πλοίο που δύο χρόνια πριν αγοράστηκε για 35 εκατ. δολάρια. Επίσης, ενδεικτικό είναι ότι σύντομα η πλοιοκτήτρια αγόρασε νέο πλοίο με το οποίο συνέχισε το πρόγραμμα του “Sea Diamond”. Ως μέτρο σύγκρισης παραθέτουμε ένα αντίστοιχο παράδειγμα διαχείρισης ναυαγίου στο εξωτερικό: στην περίπτωση του ναυαγίου του “Costa Concordia” το 2012 στην Ιταλία, οι ιταλικές Αρχές υποχρέωσαν την πλοιοκτήτρια εταιρεία να ανελκύσει το ναυάγιο μέσα σε 14 μήνες και να πληρώσει περισσότερο από 1 δισ. ευρώ για την ανέλκυση και την απορρύπανση».
«Συνεπώς το μήνυμα που δίνουμε ως χώρα σε οποιονδήποτε εφοπλιστή ανάλογης ηθικής, είναι ότι η βύθιση και εγκατάλειψη πλοίων στα ελληνικά νερά αποτελεί μια προσοδοφόρα επιχειρηματική δραστηριότητα – δεδομένου ότι οπουδήποτε αλλού στον πλανήτη, τόσο στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ όσο και στις λεγόμενες αναπτυσσόμενες χώρες, τα περισσότερα ναυάγια ανελκύονται σχεδόν άμεσα για την αποφυγή ρύπανσης» καταγγέλλει το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο για το θέμα έχει αποφανθεί το Συμβούλιο της Επικρατείας, στο οποίο προσέφυγαν περιβαλλοντικές οργανώσεις και η κοινότητα της Οίας, εκδίδοντας την απόφαση 1820/2019. Όπως τονίζει: «Η απόφαση 1820/2019 του Συμβουλίου της Επικρατείας σύμφωνα με την οποία το ΥΝΑΝΠ έχει άμεση και αυτοτελή υποχρέωση να κινήσει τις διαδικασίες ανέλκυσης του Sea Diamond, αγνοείται επιδεικτικά από τις κρατικές αρχές. Αυτό συνέβη παρόλο που μεγάλες διεθνείς εταιρείες ανέλκυσης κατέθεσαν σχετικές προσφορές το 2019, σε μία διαδικασία που τελικά πάγωσε από το ΥΝΑΝΠ για λόγους αρμοδιότητας. Η αδιανόητα αργή δικαστική οδός που έχει ξεκινήσει πριν από 10 χρόνια και ακόμα να ολοκληρωθεί, φαίνεται ότι επιβαρύνει όχι τους υπαίτιους του ναυαγίου που έχουν επωφεληθεί οικονομικά από αυτό τα μέγιστα, αλλά κυρίως όλους εμάς που καλούμαστε να μεταβούμε κατ’ επανάληψιν και επί σειρά ετών σε κάθε δίκη στον Πειραιά, για να παραστούμε ως μάρτυρες – τόσο από το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος, όσο και από τους φορείς της Σαντορίνης και το Πολυτεχνείο της Κρήτης, με μεγάλο κόπο και κόστος και έως τώρα χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Ακόμα και σήμερα στο λιμάνι της Σαντορίνης, που είναι το πλέον τουριστικό λιμάνι της Μεσογείου, αλλά και το νησί το οποίο συμβάλλει στο ΑΕΠ με >1%, κανένα μέτρο δεν έχει ληφθεί επί 14 χρόνια για την αποφυγή ή διαχείριση ενός μελλοντικού αντίστοιχου ναυαγίου».